Πέμπτη 12 Δεκεμβρίου 2013

Ο Τόμας


Ο Τόμας ήταν ένας άνδρας απροσδιορίστου ηλικίας. Άλλοτε έμοιαζε με παιδί, έτοιμο να κάνει σκανδαλιές και άλλοτε με γέρο που κουβαλούσε στην πλάτη του τα βάρη όλου του κόσμου. Κανείς δεν ήξερε το πραγματικό του όνομα. Ο ίδιος αυτοσαρκαζόταν και έλεγε ότι ήταν το μοναδικό όνομα που του ταίριαζε επειδή ήταν ένας άπιστος, και ότι το διάλεξε από τον ευαγγελικό άπιστο Θωμά.
Και πραγματικά ο Τόμας δεν πίστευε πια σε τίποτα. Δεν πίστευε στο ορατό, έψαχνε το άυλο, το υπερφυσικό, το αόρατο. Είχε δει πολλά, είχε ακούσει πολλά, είχε ταξιδέψει αρκετά, μα πάντα διψούσε για κάτι το διαφορετικό, γι αυτό που θα τον έκανε να βρει την πίστη του.
Του άρεσαν το ποτό, οι γυναίκες, το περιθώριο και οι αδιέξοδες συζητήσεις. Είχε περάσει αμέτρητες βραδιές ξάγρυπνος, βουτηγμένος στο αλκοόλ να συζητάει με αλκοολικούς φιλόσοφους, με κλωσάρ, με πόρνες, με σαλταρισμένους καλλιτέχνες, με τρελούς. Ένιωθε μια έλξη για τους καταραμένους, όπως έλεγε κι ο ίδιος. Λένε πως κάποτε σάλταρε κι αυτός μετά από το χαμό μιας αγαπημένης. Άλλοι πάλι λένε πως σάλταρε από το πολύ αλκοόλ και χάθηκε για μεγάλο διάστημα.
Μετά από χρόνια ξαναεμφανίστηκε διαφορετικός πιο σοβαρός, πιο απόμακρος. Έβλεπε την ειρωνεία και τη ματαιοδοξία γύρω του, επιλέγοντας την ηρεμία του μοναχικού παρατηρητή. Απογοητευμένος από την πραγματικότητα άρχισε να φτιάχνει δικούς του κόσμους, φανταστικούς, ονειρικούς. Η προσαρμογή του γινόταν ολοένα και πιο δύσκολη, αρνιόταν την ασχήμια, την τσιγκουνιά, την υπεροψία, τη μιζέρια της καθημερινότητας και μισούσε το ψέμα και την υποκρισία. Του ήταν πολύ δύσκολο να εκφραστεί πλέον με λόγια. Είχε μάθει να μιλά με συναισθήματα. Όταν κάπου δεν αισθανόταν καλά, έφευγε. Πάντα έφευγε απογοητευμένος, αναζητώντας να ζήσει τα όνειρά του.
Τώρα βρισκόταν πάλι σε ένα τέτοιο δίλημμα. Περπατούσε στην παραλία με τα χέρια στις τσέπες. Στα δάκτυλα του κρατούσε μια πέτρα. Ήταν ότι πιο πολύτιμο είχε εκείνη τη στιγμή. Χωρίς να το σκεφτεί πολύ την πέταξε με δύναμη στη θάλασσα.
Ήταν πάλι ένα παιδί. Χαμογέλασε, σκούπισε ένα δάκρυ και έφυγε.